Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010

To αριστερό μας άλλοθι.


Η κεντρική έννοια του κέρδους, η σύγχρονης μορφή οικονομία και τα παρακλάδια της, οι ριψοκίνδυνες ιδέες της ελεύθερης οικονομίας και γενικά ό, τι σχετίζεται με έννοια του καπιταλισμού έχει χρόνια τώρα δαιμονοποιηθεί από την πλειοψηφία των Ελλήνων . Ενώ στην πορεία της ιστορίας του ο Έλληνας επέδειξε ιδιαίτερο ταλέντο και κλίση στην παραγωγή ιδεών, στη δημιουργία κέρδους, στο εμπόριο, στην κίνηση κεφαλαίων κλπ, εντούτοις στη μεταπολεμική ψυχή του νεοέλληνα, κρύβεται μια κοινή πεποίθηση πως σε καμιά περίπτωση δεν αποτελούμε μέρος των δυτικών κοινωνιών που έκαναν σημαία τους τον καπιταλισμό σε όλες τις εκφάνσεις του - αχαλίνωτου και παντοδύναμου με ολέθρια αποτελέσματα ή διακριτικά παρόντα ως κινητήριο δύναμη ενός κοινωνικού κράτους-.

Οι περισσότεροι Έλληνες από την καθημερινή πολιτική και κοινωνική κριτική που εκφράζουν, τις προτάσεις που ανταλλάσσονται σε έντυπα και από τη συνολική τους στάση, δείχνουν σα να συμμετέχουν σε ένα οικονομικό σύστημα χωρίς τη  θέληση τους, όντας σιωπηλοί συμμέτοχοι αλλά μάλλον δυσαρεστημένοι πάντοτε από τις προεκτάσεις της ελεύθερης οικονομίας στη χώρα ή τον εαυτό τους. Εντούτοις, ψηφίζουν κατά διαστήματα κυβερνήσεις ανάλογης ιδεολογίας (ή καλύτερα ανάλογου προκαλύμματος), απαιτούν μεγαλύτερη παραγωγή από την οικονομία της χώρας τους, κατακεραυνώνουν την κεντρική διοίκηση για τη δυσπραγία και τη δυσκινησία που την διακρίνει, θαυμάζουν δυτικές κυβερνήσεις για τα επιτεύγματα που τους παρέχει η δύναμη της οικονομίας τους, για το κοινωνικό τους κράτος που τροφοδοτείται από τους φόρους (συμμετοχή και όχι τιμωρία) των παραγωγικών δυνάμεων (μέσα σε αυτές είναι και οι εταιρίες που στη δική μας χώρα συμβολίζονται με κέρατα και φλόγες στο στόμα). Επίσης χαρακτηριστικό της φυσιογνωμίας μας είναι η επίτευξη γρήγορου αποτελέσματος, κέρδους, πλουτισμού και κοινωνικής αναγνώρισης, με όσο το δυνατόν λιγότερο επώδυνες προσπάθειες και χωρίς υπομονή. Έχουμε ακόμα αποδείξει ότι αποτελούμε μια αξιόλογη μερίδα των δυτικών καταναλωτών διεκδικώντας μάλιστα πρωτεία στον τομέα αυτό. Είμαστε μάλιστα ικανοί να υποθηκεύσουμε το μισθό μας, ή άλλη μορφή περιουσίας μας για την απόκτηση υλικών αγαθών που πιθανώς να μη μας χρειάζονται. Απασχολούμε μαζικά, οικονομικούς μετανάστες εκμεταλλευόμενοι τις ανάγκες τους και υποκλέπτοντας το δικαίωμά τους στην εργασιακή ασφάλιση για να μεγαλώσουμε το κέρδος μας. Κερδίζουμε από την πολεοδομία αποκρύπτοντας στοιχεία ή ακάλυπτους, παραποιώντας την πραγματικότητα, κερδίζουμε από τις ευκαιριακές μεταβολές τους Χρηματιστηρίου, κερδίζουμε από τη στάθμευση του αυτοκινήτου μας καθώς δεν επιλέγουμε το πάρκινγκ (αν αυτό υπάρχει), είμαστε πρωτοπόροι στην αντιγραφή από cd μέχρι απαντήσεις στις πανελλήνιες για το κέρδος που μπορεί να έχουμε, κερδίζουμε από την εφορία γιατί είναι προσβολή σε προσωπικό επίπεδο να δώσουμε απόδειξη για το προϊόν που μόλις πουλήσαμε, κερδίζουμε δουλεύοντας μειωμένα ωράρια στις δημόσιες υπηρεσίες, ανακαλύπτοντας αργίες από το πουθενά, κολλώντας ημέρες για να αυξήσουμε τις ημέρες των αδειών. Γενικά έχουμε ένα συναισθηματικό δεσμό με το κέρδος, πιθανώς λόγο συλλογικής ανασφάλειας των προηγούμενων γενεών, ή έλλειψης βασικών αγαθών που μας άφησαν κατάλοιπα άμεσης αρπαγής όσων βρίσκονται μπροστά μας και μάλιστα γρήγορα, αλλά αυτό είναι το θέμα ενός άλλου κειμένου.

Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς τόσα χρόνια ενώ είναι πασιφανές ότι θεωρούμε το κέρδος επιθυμητό, ότι είναι απαραίτητο για την ευημερία μας, εντούτοις δεν το αποδεχόμαστε ως νόμιμη μορφή της οικονομίας μας, δεν παραδεχόμαστε ότι είναι απαραίτητο λιπαντικό της ανάπτυξης μας όπως την αποδεχτήκαμε σαν καταναλωτικά όντα και ζώντας σε αυτό το οικονομικό σύστημα που όλοι έχουμε χρόνια τώρα αποδεχτεί. Αντ’ αυτού κρυβόμαστε. Προφασιζόμαστε τη τα σοσιαλιστικά μας ανακλαστικά, σβησμένες κραυγές παλαιότερων χρόνων όπου μόνο δεξιός ή μόνο αριστερός μπορούσες να είσαι και έπρεπε να είσαι κάτι. Αλλιώς ήσουν ύποπτος. Δεν αποδεχόμαστε την αλήθεια όπως είναι. Δεν αποδεχόμαστε το καταναλωτικό μας προφίλ, την ανάγκη της οικονομίας για κέρδος, τη σημασία της πρωτοβουλίας, των νέων ιδεών, των ιδιωτών, των επαγγελματιών, του ρίσκου στην πραγματοποίηση μια επιχείρησης, μιας ιδέας, τη δυσκολία μιας επιτυχημένης πώλησης, τη σημασία της επιτυχημένης παραγωγής ενός σύγχρονου, πρωτότυπου, χρήσιμου και ποιοτικού προϊόντος.

Χρόνια τώρα οι πολιτικοί μας διαισθάνθηκαν και εκμεταλλεύτηκαν το αριστερό μας άλλοθι. Την υποκρισία του παλικαρά έλληνα που στην ησυχία του καναπέ του κατακεραυνώνει τα δεινά της ελεύθερης οικονομίας ενώ σκαρφίζεται τρόπους να πολλαπλασιάσει το γρήγορο κέρδος του, ονειρεύεται μια κοινωνία ίσων πολιτών ενώ διατηρεί ανασφάλιστους νέους στην εργασία του, διακηρύττει την αξιοκρατία ενώ διεκδικεί θέσεις σε νεανικές κομματικές παρατάξεις με την ελπίδα ενός μελλοντικού διορισμού, διατρανώνει τα δεινά της ανεργίας προσλαμβάνοντας για λιγοστούς μήνες άνεργους πολίτες για να κερδίσει τα χρήματα των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ, κραυγάζει για ελευθερία λόγου και επιδιώκει όχι να ανταλλάξει απόψεις αλλά να επιβάλει τη γνώμη του σε κάθε συζήτηση που συμμετέχει. Άσχετα αν γνώριζε πως τα κόμματα προφασίζονται ανθρωπιστικά και σοσιαλιστικά ιδεώδη κατά καιρούς εντούτοις μαζοχιστικά σχεδόν τα ενέκρινε με την ψήφο του.

Είναι σύμφωνα με τα πιστεύω του άμοιρος ευθυνών γιατί έχει άλλοθι. Θεωρεί εαυτόν ανθρωπιστή και προοδευτικό γιατί ποτέ δε συμπάθησε και δεν υποστήριξε τον καπιταλισμό. Πάντοτε συμπαθούσε το μετανάστη, τον ανήμπορο, το συνάνθρωπό του σε ανάγκη. Τον κοιτούσε και τον συμπονούσε από απόσταση. Πάντα γκρίνιαζε και αντιδρούσε για τις περικοπές σε μισθούς τις απολύσεις, την εξαφάνιση του κοινωνικού κράτους, για τα προβλήματα των αναπήρων για το ρατσισμό για όλα όσα στο σχολείο του μάθανε πως είναι άσχημα και αρνητικά. Τα έριχνε στην κακή διαχείριση, το τέρας του κεφαλαίου και τους διεφθαρμένους πολιτικούς. Άλλο αν ζει σε αυτόν και λειτουργεί με βάση τους κανόνες τους. Τα δεινά του Έλληνα προέρχονται σύμφωνα με τον ίδιο από τη σύγκρουση των πολιτικών του πεποιθήσεων με το σατανικό αυτό σύστημα. Που του το επέβαλαν κάποιοι χωρίς τη θέλησή του. Ποιοί ; Εκείνοι. 

Θεωρούμε για όλα υπεύθυνο ένα ανώνυμο κράτος. Που έχει αυτόνομη και μάλλον κακόβουλη θέληση. Θέλει να μας κοροϊδέψει να μας τα φάει να μας πιάσει κορόιδα. Μάλλον λοιπόν πρέπει να το ξεπεράσουμε σε πονηριά. Να του τα φάμε πρώτοι. Υποκρίνεται σε όλες τις εκφάνσεις του αριστερού προφίλ που θέλει να πιστεύει πως έχει. Για να έχει τη συνείδηση του ήσυχη και να κρύβει το κεφάλι βαθιά στην άμμο. Δεν είχε ποτέ μαζικά να διατρανώσει αυτές τις πεποιθήσεις του. Δεν δείξαμε στο μεγάλο μας σύνολο πως η αίσθηση του δικαίου που διακατέχει τον Έλληνα θα μας οδηγήσει σε λαϊκή επανάσταση σε αλλαγή του συστήματος και έξοδό μας από τη δύση και την οικονομίας της.

Απαιτούμε λοιπόν με έναν ουτοπικό και μάλλον αφελή τρόπο να παράγουμε ως σύνολο πολιτών, δηλαδή ως κράτος, ένα μεγάλο ποσό χρημάτων για να τροφοδοτήσουμε τις κοινωνικές μας υπηρεσίες. Για να έχουν χρήματα τα Πανεπιστήμια, τα νοσοκομεία, οι δημόσιες υπηρεσίες,  για να χρηματοδοτείται το κοστοβόρο τέρας της Εθνικής Άμυνας (που θα έπρεπε να είναι Ευρωπαϊκή Άμυνα). Για να έχουμε χρήματα για συντάξεις και νέες προσλήψεις, για δρόμους και συγκοινωνίες, για παροχές σε νησιά και ακριτικά μέρη, για χρήματα που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να αποκτήσουμε επιπλέον εισαγόμενα προϊόντα, να κατασκευάσουμε επιπλέον σπίτια  και να ζήσουμε με περισσότερα από αυτά που έζησαν οι προηγούμενες γενεές. Και αυτό δεν είναι επιλήψιμο. Είναι θεμιτό. Εάν το επιλέγουμε και διασφαλίζουμε ότι τίποτα δεν θα λείψει από τις επόμενες γενεές που περιμένουν από εμάς μια σκυτάλη. Αρκεί να μη μας πέσει.

Ας μην παρεξηγηθώ (γιατί και εγώ έχω το μερίδιο του αριστερού άλλοθι που μου αναλογεί). Με γοητεύουν και με εξέφραζαν ανέκαθεν οι αρχές της δημοκρατικής αριστεράς σχετικά με την ισονομία, την αξιοκρατία, τη σημασία της ανθρώπινης ολοκλήρωσης που υπερτερεί της επιδίωξης του τυφλού κέρδους. Πίστευα πάντοτε πως ο αχαλίνωτος καπιταλισμός, πχ με τη μορφή μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρίας, είναι ένα ακέφαλο τέρας που μιας και δημιουργείται από τα αμέτρητα θέλω, εξίσου αμέτρητων επενδυτών που απαρτίζουν ένα απρόσωπο μετοχικό συμβούλιο, αναπόφευκτα δεν έχει θέσει ανώτατους στόχους κέρδους ούτε έχει προσωπικούς ηθικούς φραγμούς. Θέλει λοιπόν συνεχώς  περισσότερα, και τα αντλεί χωρίς να βλέπει μπροστά του τον πόνο και τη δυστυχία που μπορεί να προκαλέσει. Γιατί ενώ θεωρείται κατ' ευφημισμό ως ένα οικονομικός "οργανισμός" δεν είναι όμως ένας ανθρώπινος "οργανισμός" με αισθήσεις και αξίες. Συνεπώς απαιτεί όρια και έλεγχο.

Δεν μπόρεσα όμως να καταλάβω γιατί η συζήτηση γίνεται πάντα με όρους παλαιών νεκρών εποχών. Εποχών που δίδαξαν αλλά χάθηκαν. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί είναι ανύπαρκτος ένας μέσος χώρος όπου η εκμετάλλευση των κερδών της ελεύθερης οικονομίας προς όφελος μας. Αποδεχόμενοι την αλήθεια πως ζούμε σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον και της ιδιαίτερης φύσης και κλίσης μας, συμφιλιωνόμαστε με την πραγματικότητα. Όσα θέλουμε εξαιτίας του αριστερού μας άλλοθι μπορούμε να τα επιτύχουμε χρησιμοποιώντας τα κέρδη μιας επιτυχημένης προοδευτικής κοινωνίας για κοινωνικές παροχές. Δε θα ανακαλύψουμε τον τροχό. Και πάλι ερχόμαστε τελευταίοι. Οι Βορειοευρωπαίοι το ανακάλυψαν χρόνια πριν. Δεν κρύφτηκαν πίσω από το δάχτυλό τους. Αντιλήφθηκαν τα πλαίσια της νέας οικονομίας και χωρίς ουτοπίες αποφάσισαν πως οι πολίτες τους θα έπαιρναν το κέρδος των φόρων πίσω με τη μορφή υψηλής ποιότητα υπηρεσιών. Βρήκαν τα χρήματα από προϊόντα, υπηρεσίες με κίνητρο και το κέρδος. Δεν αντιλαμβάνομαι γιατί να χαρακτηριζόμαστε από την προτίμησή μας σε οικονομικά συστήματα και όχι σε συστήματα αξιών. Η ειλικρινής αγάπη σε κάποιες ανθρωπιστικές αξίες κι όχι η πρόφαση και το άλλοθι του καθενός για να γίνει αποδεκτός ως ανθρωπιστής, ορίζουν την ποιότητα του σύγχρονου πολίτη σε αυτή τη μεριά του πλανήτη. Στη μεριά που χορτάτη και πλούσια, σχοινοβατεί ανάμεσα στην υπερβολή της κατανάλωση και την προσωπική ουσιαστική ελευθερία.